Χρονόπουλος Νεκτάριος, Α4 |
Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011
ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΚΑΛΥΨΩΣ
Οι μαθητές του Α2 και Α4, εμπνεόμενοι από τον Όμηρο και συγκεκριμένα από την ε ραψωδία, που διδάχτηκαν στο μάθημα των αρχαίων Ελληνικών από μετάφραση της καθηγήτριας Αικατερίνης Δοκοπούλου, προσπάθησαν να απεικονίσουν ζωγραφικά την Ωγυγία, το νησί της Καλυψώς, όπως αυτό περιγράφεται από τον Όμηρο στην Οδύσσεια, ε 64-84 (μετάφραση Δ.Ν. Μαρωνίτη).
Mίλησε ο Δίας και δεν απείθησε ο Eρμής, ψυχοπομπός κι αργοφονιάς.
Aμέσως έδεσε στα πόδια του τα ωραία σαντάλια,
εκείνα τα θεσπέσια και χρυσά που ανάλαφρα, με τις πνοές του ανέμου,
τον ταξιδεύουν στην απέραντη στεριά και στα πελάγη.
Πήρε και το ραβδί του, αυτό που μαγνητίζει τα μάτια των ανθρώπων [...].
Με τούτο το ραβδί στα χέρια του, άρχισε να πετά ο κρατερός Αργοφονιάς,
κι ολοταχώς, απ’ τον αιθέρα του ουρανού, πάνω απ’ την Πιερία,
Κι όταν πετώντας έφτασε το απόμακρο νησί, από τον πόντο τότε βγήκε
τον μενεξελή, και πάτησε τη γη.
Πλησίασε προς την ευρύχωρη σπηλιά όπου η καλλίκομη νεράιδα
κατοκούσε. Τη βρήκε μέσα. Κόρωνε στη σχάρα μια φωτιά μεγάλη,
και μοσκοβόλαγε ένα γύρο το νησί,
που καίγονταν ο κέδρος ο καλόσχιστος κι η θούγια.
Εκείνη εκεί: να τραγουδά με την ωραία φωνή της,
υφαίνοντας στον αργαλειό με τη χρυσή σαϊτα.
Γύρω από τη σπηλιά θρασομανούσε δάσος με λεύκες, σκλήθρες,
κυπαρίσσια μυριστά. Πουλιά με τα φτερά τους τεντωμένα,
Τώρα πάνω στους κλώνους κούρνιαζαν: γεράκια,
κουκουβάγιες και μακρύγλωσσες θαλασσινές κουρούνες[...]
Κι εκεί μπροστά να περιβάλλει τη βαθιά σπηλιά
Τέσσερις κρήνες στη σειρά να τρέχουν, στο πλάι η μια της αλληνής,
κι όμως η καθεμιά αλλού το γάργαρο νερό της να ξεδίνει.
Στις δυο μεριές λιβάδια μαλακά μ’ άγριες βιολέτες
κι άγρια σέλινα. Κι ένας θεός αν έρχονταν εδώ,
κοιτάζοντας αυτό της ομορφιάς το θαύμα, θα γέμιζε
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου